Η αλλαγή





Το ξυπνητήρι χτύπαγε μανιασμένα. Η Κατερίνα βαριεστημένα το έκλεισε και έκατσε λίγο στο κρεβάτι για να νιώσει τη ζεστασιά των σκεπασμάτων. Δεκάξι συναπτά έτη τώρα σχεδόν κάθε πρωί, με εξαίρεση αργίες και διακοπές, έκανε το ίδιο πράγμα. Αλλά δεν είχε παράπονο, όχι. Τόσος κόσμος άνεργος. Αυτή δημόσια υπάλληλος και δη δασκάλα και διορισμένη με το που πήρε το πτυχίο, δεν έπρεπε να βαρυγκωμά, όσο κ αν την τρέλαιναν τα παιδιά.

Έφτασε στο σχολείο. Μετά την καθιερωμένη πρωινή προσευχή μπήκε στην τάξη με τους μικρούς της ταραξίες… Και περίμενε με ανυπομονησία το τελευταίο λυτρωτικό κουδούνισμα. Εκείνη την ημέρα δεν είχε καθόλου όρεξη να ασχοληθεί μαζί τους. Τους πέταξε μια έκθεση στον πίνακα για να τα απασχολήσει για την επόμενη ώρα, ώστε να μπορούσε να χαθεί ανενόχλητη στις σκέψεις της.

Στάθηκε λοιπόν στην πίσω μεριά της τάξης και κοιτούσε τον πίνακα. Η αντανάκλαση του ήλιου σχημάτιζε ζωντανές παραστάσεις πάνω του. Η Κατερίνα ένιωσε ότι η λάμψη αυτή θα την τύφλωνε. Φοβήθηκε πως κάτι παράδοξο γινόταν, κάτι εξωπραγματικό… Ξεπρόβαλλε το πρόσωπο της μητέρας της όταν ήταν μικρό κοριτσάκι. Η χαριτωμένη Ζωίτσα ξεκινούσε με τα πόδια πριν ξημερώσει για να πάει στο άλλο χωριό, να μάθει λίγα γράμματα… Το αγαπούσε πολύ το σχολείο και ας μην συμπαθούσε τον αυστηρό δάσκαλο. Τους είχε βάλει μια άσκηση στα μαθηματικά και η καημένη η Ζωίτσα, όσο και αν προσπάθησε, όσο κι αν έστυψε το κεφαλάκι της, δεν κατάφερε να τη λύσει. Φοβόταν λοιπόν την αντίδραση του δασκάλου.


Μπήκε στην τάξη λίγο αργοπορημένη. «Πάλι άργησες, Ζωή». «Μα κύριε…».

«Σιωπή, δεν μπορώ τις δικαιολογίες. Έλα στον πίνακα να μας λύσεις την άσκηση».

Η Ζωή άρχισε να τρέμει. Πλησίασε στον πίνακα και με φωνή αδύναμη άρχισε να ψιθυρίζει… «Δεν … δεν… κατάφερα να λύσω την άσκηση, κύριε…».

Η αντίδραση του δασκάλου υπήρξε σκληρή και βίαιη όπως πάντα. «Είσαι εντελώς άχρηστη, Ζωή». Και αφού την είχε πλησιάσει, της έδωσε ένα δυνατό χαστούκι. Το καημένο το κοριτσάκι άρχισε να κλαίει με λυγμούς. Ο δάσκαλος αφού τη διαολόστειλε αρκετές φορές την έστειλε να καθίσει στην θέση της και να προσέξει πόσο εύκολα θα έλυνε ο γιος του την άσκηση.

Η Ζωή μεγάλωσε αρκετά χωρίς ιδιαίτερη μόρφωση. Ήταν όμως καλός και δίκαιος άνθρωπος. Παντρεύτηκε σε μεγάλη ηλικία από προξενιό. Ύστερα από πολλές προσπάθειες απέκτησε τη μοναχοκόρη της, την Κατερινούλα της. Η Ζωή ένιωθε πληγωμένη όμως από τη ζωή της. Δεν κατάφερε να τελειώσει το σχολείο. Ήθελε να σπουδάσει. Ήθελε να δουλέψει, να είναι μια σύγχρονη ανεξάρτητη γυναίκα. Αλλά δεν τα κατάφερε ποτέ. Πάντα εξαρτιόταν από τους άλλους. Ωστόσο, η Ζωίτσα έλαβε την πιο ωραία είδηση λίγες μέρες πριν αφήσει τον άδικο αυτό κόσμο. Για χρόνια πάλευε με τη μεγάλη αρρώστια. Έμαθε πως η κόρη της πέρασε στο πανεπιστήμιο και θα γινόταν δασκάλα. Τι περηφάνια για την αμόρφωτη αυτή μάνα! Έφευγε ευτυχισμένη…


Έδωσε στην κόρη της μια συμβουλή: «Να αγαπάς τα παιδιά σαν να είναι δικά σου. Να μορφώνεις τα μυαλά τους, αλλά κυρίως τις καρδιές τους. Να θυμάσαι πάντα αυτά που σου λέω. Ο ρόλος του δασκάλου είναι η καλλιέργεια της ψυχής πρωτίστως».

Ένα σύννεφο έκρυψε τον ήλιο και οι μορφές χάθηκαν από τον πίνακα. Η Κατερίνα δάκρυσε. Τι είχε μάθει στους μαθητές της τόσα χρόνια πέρα από το συνεχώς εναλλασσόμενο πρόγραμμα του υπουργείου Παιδείας; Πώς είχε καλλιεργήσει τις καρδιές τους; Γιατί δεν αγαπούσε αυτά τα αγγελούδια σαν δικά της παιδιά πια; Γιατί απέκτησε την άθλια νοοτροπία του δημοσίου υπαλλήλου, που απλά πρέπει να παρευρίσκεται στον χώρο εργασίας του, κάνοντας όσα μπορεί λιγότερα και περιμένοντας με ανυπομονησία την ώρα που θα σχολάσει; Γιατί δεν αντιμετώπιζε τη δουλεία της πλέον ως λειτούργημα, όπως έκανε τα πρώτα χρόνια;


Ένιωθε άσχημα με τον ίδιο τον εαυτό της. Κατευθύνθηκε προς τον πίνακα και με δύναμη έσβησε γρήγορα την απαίσια εργασία. Γύρισε προς τους μαθητές της και με γλυκιά φωνή τους είπε : «Παιδιά, αφήστε κάτω τα μολύβια και σχίστε ό,τι γράψατε».

Τα παιδιά την κοίταγαν απορημένα. Κανένα δεν έκανε ό,τι είπε φοβούμενα τις αντιδράσεις της. Η Κατερίνα επανέλαβε με ακόμα πιο γλυκιά φωνή. «Παιδιά μου, δεν είναι κάποια δοκιμασία. Θα κάνουμε ένα διαφορετικό μάθημα, από σήμερα και κάθε μέρα, θα το προσθέσουμε σαν μια δημιουργική απασχόληση. Θα σας πω έναν μύθο του Αισώπου και μετά θα τον συζητήσουμε μαζί….». Τα παιδιά διστακτικά κατέβασαν τα μολύβια. Αλλά κανένα δεν εκτέλεσε την άλλη εντολή. Τους είχε φανεί τόσο παράλογη, μια δασκάλα να τους ζητά να σκίσουν και μάλιστα μπροστά της την εργασία τους. Η Κατερίνα χαμογέλασε. Πλησίασε στα θρανία αρχίζοντας να μαζεύει τις κόλλες. Έπειτα τις πέταξε στο καλάθι και ξαναγύρισε στους μαθητές της. «Θέλω να με εμπιστεύεστε, είμαι η δασκάλα σας, η δεύτερη μητέρα σας». Άρχισαν να νιώθουν πιο καλά. Το χαμόγελό της είχε αλλάξει, ήταν όντως αληθινό


Και τα παιδάκια με την οξύτατη διαίσθηση τους το αντιλήφθηκαν αμέσως. Η δασκάλα τους διηγήθηκε τον μύθο του Αισώπου με τον Ηρακλή και τις δύο γυναίκες …Την Αρετή και την Κακία. Άκουγαν αποσβολωμένα και με ιδιαίτερη ευχαρίστηση την όμορφη αυτή ιστορία. Αφού τελείωσε η Κατερίνα, άρχισε να ρωτά έναν έναν τι θα έκαναν αν ήταν στη θέση του Ηρακλή…

Διαβάστε επίσης:


Συντάκτης : Γιώτα Γρέκη
Εκπαιδευτικός, Ειδική Παιδαγωγός, Δασκάλα Γιόγκα, Εναλλακτική Θεραπεύτρια.


Ο κόσμος μας μπορεί να γίνει καλύτερος με μικρές καθημερινές αλλαγές!!

( Επιτρέπεται η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή (ολική, μερική ή αποσπασματική) με την προϋπόθεση αναγραφής της πηγής προέλευσης.

Όσον αφορά στα ενυπόγραφα άρθρα επιτρέπεται η αναδημοσίευση ΜΟΝΟΝ κατόπιν αδείας του συγγραφέα.)


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Τι είδους Έλληνας είσαι;

Ω ΓΕΝΝΑΙΑ ΨΥΧΗ!

Μοναχικός σημαίνει Μοναδικός